ΓΡΑΦΕΙ Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΨΙΜΟΥΛΑΚΗ
Είναι από τους σημαντικότερους στιχουργούς της μαντινάδας και ένας αυθεντικός εκφραστής της πλούσιας παράδοσης την οποία υπηρετεί με τη μαντινάδα, με το χορό και το τραγούδι μια και από μικρός συμμετείχε σε παρέες,καντάδες και γλέντια. Ζει μόνιμα στα Ανώγεια και είναι παντρεμένος με τη Δέσποινα Πρίμπου από την Σταυρούπολη Ξάνθης, Διευθύντρια του Γενικού Λυκείου Ανωγείων και έχει δύο παιδιά τον Στέφανο Χαιρέτη που παίζει λύρα, έχει σπουδάσει Μουσικολογία και είναι απόφοιτος του Τμήματος Λαϊκής και Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου στην Άρτα και τον Βασίλη Χαιρέτη που παίζει λαούτο και είναι απόφοιτος του Τμήματος Μηχανικών Πληροφορικής του ΤΕΙ Ηρακλείου.
Γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1946 και είναι βοσκός.
Η δουλειά του έχει αγαπηθεί από τον απλό λαό αλλά και από τις Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης που έχουν εκδώσει βιβλία του.
Τα ΚΡΗΤΟΠΑΙΝΕΜΑΤΑ δε θα μπορούσαν να μην φιλοξενούν, ένα μικρό μπροστά σε ότι έχει προσφέρει, αφιέρωμα για 'κείνον!
Η πρώτη μαντινάδα του Γιαλάφτη το 1971:
“Εξέφτισε η αγάπη μας σαν τον παλιό ασβέστη
κι από τον τοίχο της καρδιάς έβαλε αρχή και πέφτει”.
━
«Θα βάλω μια φανταστική αγάπη στο μυαλό μου,
για δε μπορώ με ψεύτικες να χάνω τον καιρό μου.»
« Φέρτε μου ένα άνθρωπο να τα ΄χει λύσει όλα,
γιατί εγώ δε τα ΄λύσα, μα δε με νοιάζει κιόλα»
Υπάρχει ένα ερώτημα απού θα με παιδέψει,
αφού το σώμα γέρασε, για δε γερνά η σκέψη.
Ποιος ποταμός ξεράθηκε αγάπη μου μεγάλη,
να πάω να κλάψω δίπλα του να ξανατρέξει πάλι.
Το νέφαλο τσ' αγάπης μας πολύ νερό σηκώνει,
μα έχει ακόμη άβρεχα και στράβωσέ με η σκόνη.
Αγάπη που ΄ναι αληθινή βάσανα δε φοβάται,
μόνο τα στρώνει πάπλωμα και θέτει και κοιμάται.
Έκλαψα και το δάκρυ μου αντίς να δροσερέψει,
την πρασινάδα τσ Άνοιξης την έχει καταστρέψει.
Πολλές αγάπες έκαμα στο διάβα του καιρού μου,
κι όλες εξεχαστήκανε μα συ ΄σαι μες στο νου μου.
Ένα πουλί μες στο κλουβί, που λευτεριά στεράται,
σαν κελαηδεί, δεν κελαηδεί, μόνο παραπονάται.
Θα τήνε κόψω την κλωστή, μα έτσι κι αλλιώς θα σπάσει,
θαρρώ πως είναι πιά καλά κιανείς να σου ξεχάσει.
Έτρεξε πάλι ο ποταμός κι όμως νερό δεν έναι,
πηγή δεν έχει δίπλα ντου, άρα ποιά μάτια κλαίνε ;
Η σκέψη μου θα πάει αλλού και σένα θα ξεχάσει,
σα θα τρυπήσει η θάλασσα και το νερό τζη χάσει.
Όταν θα πάψει ο άνθρωπος αγάπες πια να κάνει,
μπορεί να είναι άταφος μα έχει πια ποθάνει.
Να μη τη γδω τη σήμερο, να μη τη γδω την άλλη,
έχω ευαίσθητη καρδιά, γι’ αυτό θα κλάψει πάλι.
Πήρα το δρόμο του σεβντά, πάρε και'συ τον ίδιο,
και κάπου θα παντίξουμε ζουμπούλι μου πιτήδιο.
Kόκκινα τραντάφυλλα στα μάγουλά τζη ανθούνε...και πήγα να τα μοιριστώ μα τα κλαδιά τσιμπούνε.
Αυτός που βγαίνει στα ψηλά για να τον δουν οι άλλοι...φαίνετ' ακόμα πιο μικρός π' απόσταση μεγάλη.
Η αγάπη είναι ποταμός και πιάσε μου το χέρι,
ή θα πνιγούμενε κι οι δυο ή θα γενούμε ταίρι.
Η αγάπη είναι μια κορφή κι όποιος τη σοπατίσει,
΄πο κι κει ψηλά την ομορφιά του κόσμου θα γνωρίσει.
Δε φχαριστιέται ο άνθρωπος ό,τι κι α κουλαντρίζει, γιατί είναι η σκέψη άπειρο, κενό και δε γεμίζει.
ΜΑΝΤΙΝΑΔΕΣ ΗΜΕΡΑΣ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου