ΓΡΑΦΕΙ Η ΣΟΦΙΑ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΑΚΗ
‘’Σήμερα είναι μια διαφορετική ημέρα...
Θα γυρίσετε το βράδυ και θα μου πείτε τι είδατε εκεί έξω
στα σπίτια των ανθρώπων…’’
Τα δύο σπουργιτακια έφυγαν χαρούμενα
μετά τα λόγια αυτά της μητέρας τους,
και πήρε το καθένα διαφορετική κατεύθυνση...
Ημέρα Χριστουγέννων ήταν...
Εκείνη περίμενε υπομονετικά μέχρι που επέστρεψαν ...
Στάθηκαν πλάι πλάι..
Το ένα γύρισε χαρούμενο και όλο χοροπηδούσε ...
το άλλο στάθηκε με σκυμμένο κεφάλι...
‘’Τι είδες;..’’ ρωτάει το πρώτο η σπουργιτινα ...
Ενθουσιασμένο ξεκίνησε την αφήγηση του..
΄΄Είδα σπίτια λαμπερά στολισμένα...
Είδα τραπέζια πλούσια, και γύρω τους ανθρώπους που τραγουδούσαν
και γελούσαν...
Είδα παιδιά να ανοίγουν αμέτρητα δώρα με ενθουσιασμό,
και να μπαίνουν ευτυχισμένα στην αγκαλιά των γονιών τους...
Είδα γιαγιάδες και παππούδες με γελαστά πρόσωπα να παίζουν
με τα εγγόνια τους...
Είδα πολλούς ανθρώπους ξένοιαστους και χαρούμενους’’..
συνέχιζε την αφήγηση του το σπουργιτάκι…
Είπε ακόμα πολλά στην μητέρα του…
Εκείνη ήδη κοιτούσε το άλλο της σπουργιτάκι
που τα ματάκια του έτρεχαν δάκρυα όση ώρα άκουγε το αδερφάκι του....
‘’Εσύ τι είδες;..’’ το ρωτάει η μητέρα του...
΄΄Εγώ... άρχισε με τρεμάμενη φωνή....Είδα ανθρώπους λυπημένους...
είδα τραπέζια πολύ φτωχικά....
Είδα ανθρώπους με κουρελιασμένα ρούχα,
που δεν τους βοηθούσαν να ζεσταθούν...
Είδα παιδιά να σκουπίζουν τα θολωμένα τζάμια και με δάκρυα στα μάτια
να περιμένουν μήπως φανούν οι γονείς τους, μα εκείνοι δεν ζούσαν πια...
Είδα παιδιά να πηγαίνουν για ύπνο μόνα και νηστικά,
δεν είδα γύρω τους ούτε ένα παιχνίδι....
Είδα ανθρώπους ολομόναχους και ανήμπορους...
αρρώστους και απελπισμένους ....
Είδα ηλικιωμένους με κλαμένα μάτια, χωρίς κανένα γύρω τους..’’
Άκουγε βουρκωμένη η μητέρα του....
‘’Και μπόρεσες να κάνεις κάτι για αυτούς’’... το ρωτάει
’’Τι μπόρεσες να κάνεις για αυτούς τους ανθρώπους;.....’’
‘’Είδα ένα παιδί που καθόταν έξω από μια εκκλησία της Παναγιάς...
Στάθηκα δίπλα του και εκείνο με κοίταζε...
Του μίλησα για όλα όσα είδα και το παρακάλεσα να πάει να ανάψει ένα κεράκι
στην Παναγιά για όλους αυτούς τους ανθρώπους....
Το ξέρω δεν με άκουγε... Δεν καταλάβαινε τι του έλεγα....
Όμως εκείνο σηκώθηκε.... Το είδα...
Πήρε ένα μοναχό κεράκι και το άναψε στην Παναγιά....’’
‘’ Πίστεψα..’’ έλεγε στην μητέρα του το σπουργιτάκι
‘’..εκείνη την στιγμή...ότι το άναψε για όλα αυτά που είδα... αντί για εμένα........’’
‘’Σήμερα είναι μια διαφορετική ημέρα...
Θα γυρίσετε το βράδυ και θα μου πείτε τι είδατε εκεί έξω
στα σπίτια των ανθρώπων…’’
Τα δύο σπουργιτακια έφυγαν χαρούμενα
μετά τα λόγια αυτά της μητέρας τους,
και πήρε το καθένα διαφορετική κατεύθυνση...
Ημέρα Χριστουγέννων ήταν...
Εκείνη περίμενε υπομονετικά μέχρι που επέστρεψαν ...
Στάθηκαν πλάι πλάι..
Το ένα γύρισε χαρούμενο και όλο χοροπηδούσε ...
το άλλο στάθηκε με σκυμμένο κεφάλι...
‘’Τι είδες;..’’ ρωτάει το πρώτο η σπουργιτινα ...
Ενθουσιασμένο ξεκίνησε την αφήγηση του..
΄΄Είδα σπίτια λαμπερά στολισμένα...
Είδα τραπέζια πλούσια, και γύρω τους ανθρώπους που τραγουδούσαν
και γελούσαν...
Είδα παιδιά να ανοίγουν αμέτρητα δώρα με ενθουσιασμό,
και να μπαίνουν ευτυχισμένα στην αγκαλιά των γονιών τους...
Είδα γιαγιάδες και παππούδες με γελαστά πρόσωπα να παίζουν
με τα εγγόνια τους...
Είδα πολλούς ανθρώπους ξένοιαστους και χαρούμενους’’..
συνέχιζε την αφήγηση του το σπουργιτάκι…
Είπε ακόμα πολλά στην μητέρα του…
Εκείνη ήδη κοιτούσε το άλλο της σπουργιτάκι
που τα ματάκια του έτρεχαν δάκρυα όση ώρα άκουγε το αδερφάκι του....
‘’Εσύ τι είδες;..’’ το ρωτάει η μητέρα του...
΄΄Εγώ... άρχισε με τρεμάμενη φωνή....Είδα ανθρώπους λυπημένους...
είδα τραπέζια πολύ φτωχικά....
Είδα ανθρώπους με κουρελιασμένα ρούχα,
που δεν τους βοηθούσαν να ζεσταθούν...
Είδα παιδιά να σκουπίζουν τα θολωμένα τζάμια και με δάκρυα στα μάτια
να περιμένουν μήπως φανούν οι γονείς τους, μα εκείνοι δεν ζούσαν πια...
Είδα παιδιά να πηγαίνουν για ύπνο μόνα και νηστικά,
δεν είδα γύρω τους ούτε ένα παιχνίδι....
Είδα ανθρώπους ολομόναχους και ανήμπορους...
αρρώστους και απελπισμένους ....
Είδα ηλικιωμένους με κλαμένα μάτια, χωρίς κανένα γύρω τους..’’
Άκουγε βουρκωμένη η μητέρα του....
‘’Και μπόρεσες να κάνεις κάτι για αυτούς’’... το ρωτάει
’’Τι μπόρεσες να κάνεις για αυτούς τους ανθρώπους;.....’’
‘’Είδα ένα παιδί που καθόταν έξω από μια εκκλησία της Παναγιάς...
Στάθηκα δίπλα του και εκείνο με κοίταζε...
Του μίλησα για όλα όσα είδα και το παρακάλεσα να πάει να ανάψει ένα κεράκι
στην Παναγιά για όλους αυτούς τους ανθρώπους....
Το ξέρω δεν με άκουγε... Δεν καταλάβαινε τι του έλεγα....
Όμως εκείνο σηκώθηκε.... Το είδα...
Πήρε ένα μοναχό κεράκι και το άναψε στην Παναγιά....’’
‘’ Πίστεψα..’’ έλεγε στην μητέρα του το σπουργιτάκι
‘’..εκείνη την στιγμή...ότι το άναψε για όλα αυτά που είδα... αντί για εμένα........’’
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου